Σελίδες

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Αποκαρδιωτικά τα στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης εν μέσω της κρίσης: Το 20% των ανθρώπων ζει με στερήσεις και 2,5 εκατ. πολίτες βρίσκονται στα όρια της φτώχειας

Ζοφερά είναι τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) για τις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων στη χώρα μας το 2013. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών, το 20,3% του πληθυσμού στερείται βασικά αγαθά, ενώ το 23,1% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας.
Ειδικότερα και σε ό,τι αφορά στους ανθρώπους που στερούνται, από τη μελέτη των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού της χώρας προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ικανοποίησης έκτακτων οικονομικών αναγκών, αδυναμία κάλυψης εξόδων για διακοπές μίας εβδομάδας το χρόνο, αδυναμία διατροφής που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, αδυναμία πληρωμής για ικανοποιητική θέρμανση της κατοικίας, έλλειψη βασικών αγαθών όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη τηλεόραση, τηλέφωνο ή αυτοκίνητο, αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών), δεν αφορά μόνο το φτωχό πληθυσμό αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού.
Κατά τη διάρκεια των 4 τελευταίων ετών (2010-2013), υπάρχει αύξηση της υλικής στέρησης (δηλαδή αύξηση του πληθυσμού που, λόγω οικονομικών δυσκολιών, στερείται τεσσάρων τουλάχιστον βασικών αγαθών και υπηρεσιών από αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω).
Η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη στα άτομα ηλικίας έως 64 ετών, από ότι στα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω. Πιο συγκεκριμένα, το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης ανέρχεται σε 20,3% το 2013, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν 19,5% το 2012, 15,2 % το 2011, και 11,6% το 2010.

Αποτελέσματα
Ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης είναι:
23,3% των παιδιών ηλικίας κάτω των 18 ετών.
35,2% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. 21,6% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 64 ετών. 9,4% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
13,7% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω.
15% γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω.
12,1% άνδρες ηλικίας 65 ετών και άνω.
Ο μέσος όρος αγαθών και υπηρεσιών που στερείται το σύνολο των νοικοκυριών, από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης, εκτιμάται σε 3,9.
Τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων, στην κύρια κατοικία κατατάσσονται, κατά καθεστώς ιδιοκτησίας, ως εξής:
3,7% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κλπ.)
6,7% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κλπ.)
9,9% σε ενοικιασμένη κατοικία
9,6% σε παραχωρημένη δωρεάν κατοικία Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 27,3% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 22,9% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 42% για τον φτωχό πληθυσμό.
Τα νοικοκυριά που δηλώνουν ότι επιβαρύνονται από το κόστος στέγασης ανέρχονται σε 36,9% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 19,9% για τον μη φτωχό πληθυσμό και 93,1% για τον φτωχό πληθυσμό.
Το 41,5% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 4,7%.
Το 79,1% του φτωχού πληθυσμού και το 39,1% του μη φτωχού δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 550 ευρώ.
Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή προβλήματα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 26,6% του συνολικού πληθυσμού, ενώ ποσοστό 19,4% του ίδιου πληθυσμού αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.
Το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει ικανοποιητική θέρμανση ανέρχεται σε 29,4%, ενώ είναι 48,6% για το φτωχό πληθυσμό και 24,3% για το μη φτωχό πληθυσμό.
Το 37,4% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι επιβαρύνεται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 60,3%.
Το 36,8% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
Το 57,9% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών εγκαίρως , όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κλπ.
Το 59% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
Το ελάχιστο μέσο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.784 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.428 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 1.879 ευρώ.
Το 22,8% του φτωχού πληθυσμού, το 9,0% του μη φτωχού πληθυσμού και το 11,9% του συνολικού πληθυσμού δε διαθέτουν ένα τουλάχιστον ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 18,1% των φτωχών νοικοκυριών, το 9,4% των μη φτωχών και το 11,3% του συνόλου των νοικοκυριών δε διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και το χρειάζονται, λόγω οικονομικής αδυναμίας.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τα στοιχεία για τον κίνδυνο φτώχειας, το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.023 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 10.547 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Το 2013, το 23,1% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας όταν το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου εισοδήματος του νοικοκυριού.
Το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 9.303 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας σε 16.170 ευρώ.
Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 892.763 και τα μέλη τους σε 2.529.005.

Βασικές διαπιστώσεις
Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται στο 28,8%και είναι υψηλότερος κατά 5,7 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 15,1% και είναι μειωμένος κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2012.
Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά όπου δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες, συνολικά, το έτος, ανέρχεται σε 1.200.800 άτομα ή σε 19,6% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών, ενώ το 2012 ανερχόταν σε 1.010.900 άτομα.
Το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από τη φτώχεια ως προς το σύνολο του πληθυσμού για κάθε μία από τις παρακάτω ομάδες είναι:
Άνδρες άνεργοι 50,7%.
Μονογονεϊκά νοικοκυριά με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί 37,2%.
Λοιποί μη οικονομικά ενεργοί (εκτός συνταξιούχων 30,3%.
Παιδιά ηλικίας 0-17 ετών 28,8%. Νοικοκυριά με έναν ενήλικο ηλικίας κάτω των 65 ετών 24,4%.
Μονοπρόσωπα νοικοκυριά με μέλος θήλυ 22,9%.
Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται σε 3.903.800 άτομα ή σε 35,7% του συνόλου του πληθυσμού (το έτος 2012 ήταν 3.795.100 άτομα).
Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, υπολογιζόμενος με κατώφλια διάφορα του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
11,1%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
16,6%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος
31,4%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.

Κοινωνικές μεταβιβάσεις και κίνδυνος φτώχειας
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 53,4%, ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 28%. Τέλος, το ανωτέρω ποσοστό μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 23,1%.
Τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 4,9 ποσοστιαίες μονάδες.
Οι συντάξεις συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 25,4 ποσοστιαίες μονάδες.
Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό της φτώχειας κατά 30,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) εκτιμάται σε 89,5% για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω, ενώ πριν τα κοινωνικά επιδόματα (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) εκτιμάται στο 19,2%.
Ο κίνδυνος φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις για άτομα ηλικίας 18-64 ετών (μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο διαθέσιμο εισόδημα) για αυτή την ομάδα ηλικιών, εκτιμάται στο 45,8%, ενώ όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα, αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις στο διαθέσιμο εισόδημα, εκτιμάται στο 28,8%.
Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 44,6% του συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 44%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 4,6%.

Χαρακτηριστικά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι υψηλότερο στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, συγκεκριμένα 23,8% και 22,4%, αντίστοιχα.
Τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά με θήλυ μέλος απειλούνται από τη φτώχεια σε ποσοστό 22,9%, ενώ τα αντίστοιχα με άρρεν μέλος σε ποσοστό 21,8%.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών υπολογίζεται σε 15,1%, ενώ για άτομα ηλικίας έως 17 ετών σε 28,8%.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών υπολογίζεται σε 17,2%, ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε 23,7%.
Ο κίνδυνος φτώχειας των μονογονεϊκών νοικοκυριών με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 37,2%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα νοικοκυριά με δύο γονείς και ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 20,2%.
Οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν λιγότερο από τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (συνταξιούχους, νοικοκυρές κ.λπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας στους εργαζομένους ανέρχεται σε 13,1% (άνδρες 13,4% και γυναίκες 12,6%), στους λοιπούς οικονομικά μη ενεργούς (δεν περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι) σε 30,2% και στους ανέργους σε 46,5%.
Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 10,7%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 27%.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛ.ΣΤΑΤ. ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ, ΕΔΩ.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛ.ΣΤΑΤ. ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΦΤΩΧΕΙΑΣ, ΕΔΩ.
Πηγή: Εφημερίδα Κέρδος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου